Μοναδική και εντυπωσιακή φωτογραφία από τη Θεσσαλονίκη του 1860, όταν είχε ακόμη παραθαλάσσια τείχη

Η εικόνα είναι από τα Εθνικά Αρχεία της Ουγγαρίας – Πότε χτίστηκαν και ποιος και πότε τα γκρέμισε

Δείτε μία σπάνια και μοναδικής ομορφιάς φωτογραφία του 1860, που απεικονίζει τη Θεσσαλονίκη όταν είχε ακόμη παραθαλάσσια τείχη, τα οποία γκρεμίστηκαν το 1867 από τον Σαμπρί Πασά. Η σπάνια αυτή φωτογραφία των θαλασσίων τειχών της Θεσσαλονίκη εντοπίστηκε στα Εθνικά Αρχεία της Ουγγαρίας.

Σε όλη την Ευρώπη του ύστερου δέκατου ένατου αιώνα η αστυφιλία γκρέμιζε τα μεσαιωνικά τείχη. Το 1860 στην Αμβέρσα και τη Βαρκελόνη, το 1870 στο Άμστερνταμ και το 1878 στη Βιέννη. Ο Σαμπρί Πασάς ακολουθούσε κατά πόδας, όταν πήγε με το ασημένιο του σφυρί στο παραθαλάσσιο τείχος κι έριξε την πρώτη πέτρα στο νερό.

Όπως αναφέρει η wikipedia, h πρώτη οχύρωση της νεόκτιστης πόλης του Κασσάνδρου που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωσή της ξεκινά από τον 3ο αιώνα π.Χ. Η ρωμαϊκή κατάκτηση (167 π.Χ.) που έφερε τη ρωμαϊκή ειρήνη έκανε τα τείχη περιττά, οπότε περί τα μέσα του 1ου π.χ. αιώνα ήταν ήδη ερειπωμένα.

Τον 3ο αιώνα μ. Χ. χτίσθηκαν οχυρώσεις για την προστασία της πόλης από τους Γότθους με υλικά από προηγούμενα οικοδομήματα. Με τις οχυρώσεις αυτές αποκρούσθηκαν δύο γοτθικές επιθέσεις, το 254 και το 268. Το ρωμαϊκό τείχος ήταν μονό, πλάτους 1,65 μ., με τετράγωνους πύργους. Ο κεντρικός δρόμος της πόλης (Λεωφόρος ή Μέση) εκτεινόταν από την Χρυσή Πύλη στα δυτικά (πλατεία Βαρδαρίου) ως την Κασσανδρεωτική Πύλη στα ανατολικά. Το νότιο τείχος εκτεινόταν κατά τι νοτιότερα της σημερινής οδού Τσιμισκή.

Γαλέριος και Μέγας Κωνσταντίνος ενισχύουν τα τείχη

Στις αρχές του 4ου αιώνα περνούν από τη Θεσσαλονίκη ο Γαλέριος και ο Μέγας Κωνσταντίνος και ενισχύουν τα τείχη. Στο τέλος του 4ου αιώνα ανεγείρεται δεύτερο τείχος εξωτερικά του προηγουμένου με τριγωνικές προεξοχές. Το σήμερα ορατό τείχος χτίστηκε από το τέλος του 4ου ως τα μέσα του 5ου αιώνα, ενώ ένα επόμενο πρόγραμμα βελτίωσης υλοποιείται τον 7ο αιώνα επί Ηρακλείου προκειμένου να στηριχθεί η άμυνα της πόλης κατά των Αβάρων και των Σλάβων. Το 904 η πόλη καταλαμβάνεται από τους Σαρακηνούς με επίθεση από την πλευρά της θάλασσας, γεγονός που προκαλεί την ενίσχυση των θαλασσίων τειχών μετά την αποχώρηση των Σαρακηνών.

Σχετικά με αυτούς που έχτισαν διάφορα σημεία του τείχους μας πληροφορούν επιγραφές που έχουν βρεθεί κατά καιρούς. Η πρώτη αναφέρει ότι “τείχεσιν αρρήκτοις Ορμίσδας εξετέλεσε τήνδε πόλιν … χείρας έχων καθαράς”. Για το ποιος μπορεί να ήταν ο Ορμίσδας αυτής της επιγραφής οι απόψεις διΐστανται. Σύμφωνα με μία άποψη ήταν (πιθανώς περσικής καταγωγής) αρχηγός αποσπάσματος που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α’ γύρω στο 380, ενώ κατ’ άλλη άποψη ήταν έπαρχος πραιτωρίων Ιλλυρικού και έχτισε το τείχος περί το 442/3.

Μια άλλη επιγραφή με την αναφορά “επί του αγιοτάτου αρχιεπισκόπου Ευσέβιου εγένετο ορισμός αυτού” μας πληροφορεί πως έγινε προσθήκη στα τείχη επειδή ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευσέβιος (590-604) τάχθηκε υπέρ της πρόσθετης οχύρωσης της πόλης κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Μαυρίκιου, όταν η πόλη πολιορκούνταν από τους Σλάβους.

Άλλη επιγραφή κοντά στα τείχη της πλατείας Ελευθερίας μας ενημερώνει για τις εργασίες που έγιναν περί τις αρχές του 10ου αιώνα στα τείχη προς την πλευρά της θάλασσας. Αναφέρει συγκεκριμένα ότι “ανεκαινίσθη επί Λέοντος και Αλεξάνδρου των αυταδέλφων και αυτοκρατόρων και φιλοχρίστων ημών βασιλέων και επί Νικολάου του οικουμενικού ημών πατριάρχου – ανεκαινίσθη επί Λέοντος βασιλικού πρωτοσπαθαρίου και στρατηγού Θεσσαλονίκης του Χατζιλάκη, και επί Ιωάννου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του εντοπίου”. Ο εν λόγω στρατηγός Λέων Χατζιλάκης αναφέρεται από τον Ιωάννη Καμινιάτη στο Χρονικό της Αλώσεως της Θεσσαλονίκης από τους Σαρακηνούς. Είχε αποσταλεί από τον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ τον Σοφό για να οργανώσει την άμυνα της πόλης εν όψει της επιδρομής των Σαρακηνών. Ο Χατζιλάκης προτίμησε να ακυρώσει το προηγούμενο σχέδιο άμυνας του πρωτοσπαθάριου Πετρωνά για δημιουργία υποθαλάσσιου φράγματος μπροστά από τα θαλάσσια τείχη και να στρέψει τις προσπάθειες στην ενίσχυση των αδύναμων και μικρού ύψους θαλασσίων τειχών, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο έγκαιρα. Οι Σαρακηνοί μπήκαν στην πόλη την τρίτη μόλις ημέρα της πολιορκίας από την προβληματική πλευρά της θάλασσας. Στη συνέχεια έμειναν ένα δεκαήμερο για σφαγές και λεηλασίες κι έφυγαν με 22.000 αιχμαλώτους.

Η πόλη αλώθηκε επίσης το 1185 από τους Νορμανδούς της Σικελίας. Το χρονικό των γεγονότων που οδήγησαν στην πολιορκία και άλωση γράφτηκε από τον αρχιεπίσκοπο Ευστάθιο.

Το 1308 πολιόρκησαν τη Θεσσαλονίκη οι Καταλανοί μισθοφόροι χωρίς επιτυχία.

Μια επιγραφή υποδεικνύει ότι ένα τμήμα κοντά στην θάλασσα κοντά στον Λευκό Πύργο ξαναχτίστηκε το 1316: “Ανεκτίσθη εκ βάθρων τοδε του τείχους δια συνδρομής και συνεργίας του πανσεβάστου λογοθέτου του στρατιωτικού του Υαλέου, κεφαλατικεύοντος εν τήδε πόλει Θεσσαλονίκη κατά τον χρόνον ιδ΄ ινδικτιώνος του στωκδ΄ έτους”.

H αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα επιδιόρθωσε ένα μέρος των τειχών

Το 1355 μ.Χ. η αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα επιδιόρθωσε ένα μέρος των τειχών δημιουργώντας δύο πύλες. Στην μία εξ αυτών υπάρχει η εξής επιγραφή: “Ανηγέρθη η παρούσα πύλη ορισμώ της κραταιάς και αγίας ημών κυρίας και Δεσποίνης κυράς Άννης της Παλαιολογίνης υπηρετήσαντος καστροφύλακος Ιωάννου Χαμαετού του κοιαίστορος τω στωξδ΄ έτει ινδικτιώνι θ΄. Η επιγραφή στην βόρεια πλευρά μας πληροφορεί ότι: Σθέν(ε)ι Μανουήλ του κρατίστου δεσπότου ήγειρε τον δε πύργον, αυτώ τειχίω Γεώργιος Δουξ Απόκαυκος εκ βάθρων. Σθένει Μανουήλ του Κρατίστου”.

Το 1430 η πόλη αλώθηκε από τους Οθωμανούς, οι οποίοι επίσης συνέβαλαν στην συντήρηση και επέκταση των τειχών και έμειναν στη Θεσσαλονίκη ως το 1912. Το 1874 κατεδαφίσθηκε το θαλάσσιο τείχος κι ένα μέρος του ανατολικού τείχους επειδή θεωρήθηκε ότι εμπόδιζαν την ανάπτυξη της πόλης.

Σήμερα τα Βυζαντινά Τείχη υπάγονται στην Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης και αποτελούν Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.[9]

Σχετικά